Κάθομαι… στάζει το χιονόνερο στη λάσπη…
Για να αγνοώ τα πάντα κάποιος τρόπος θα υπάρχει•
μια λάμπα ταλαντεύεται σε νεκρική αγωνία•
ένας αλκοολικός διασχίζει την πλατεία.
Κοιμάται η πόλη εν μέσω της υγρασίας, υγρή.
Πίσω απ’ αυτούς τους τοίχους κοιμάται ίσως κι Αυτή.
Σε σπίτια σαν κιβώτια – τα χρηματοκιβώτια•
των μεν και δε, βαριά-βαριά, έκλεισ’ η πόρτα.
Ακούγεται ένα πιάνο στον όροφον εκεί•
ο ίσκιος μου στη λάσπη, θλιμμένη αποσκευή.
Χιονίζει βρωμερά,
και πιτσιλάει•
σ’ ένα ποτήρι, στο παράθυρο, ένα ρόδο
σκύβει και κάτω κοιτάει.
(Από την ποιητική συλλογή: Plumb -Μολύβι |1916)