Καθώς κρατάω στα χέρια μου τη συλλεκτική έκδοση:
“Η ΣΥΝΘΛΙΨΗ ΤΩΝ ΣΤΑΓΟΝΩΝ” με τα ποιήματα του Κορτάσαρ κοιτάζω μια τη σελίδα 54 και μια το πικάπ
που στριφογυρίζει τους στίχους του αγαπημένου μου Γουέιτς.
Βλέπω στη δική μου ζωή και σκέφτομαι πόσο αληθινά σπουδαίο είναι να επιθυμείς πραγματικά μια συγκεκριμένη γυναίκα.
Κι όταν λέω “να επιθυμείς” εννοώ να σε καυλώνει,
για να είμαι ειλικρινής.
Είμαι αθεράπευτα αισιόδοξος όπως όλοι οι επιθυμούντες.
Εκείνη τη βρίσκει πρόκληση αυτή μου την αισιοδοξία.
Θέλει να ακούει τη φωνή μου, μια κουβέντα αρκεί να πω κι ανάβει το πρόσωπό της.
“Θέλω να σ’ ακούω, μου αρέσει η φωνή σου”, λέει.
Στην απλή σκέψη ενός αγγίγματος, ενός ακόμη αγγίγματος, ζεσταίνεται το κορμί της. Ριγεί.
Ένα άγγιγμα!
Μου λείπει σαν να ξεκρεμάστηκε μόλις από πάνω μου. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν υπερ-αποθέματα στους ταμιευτήρες. Συνεχίζουμε, καταπίνουμε μερικές γουλιές απ’ το δικό μας σάλιο, μια καλή στύση ενδεχομένως. Δεν μπορώ να το αρνηθώ.
Το μόνο που στέκει ανάμεσα σε μένα και στο μέλλον
είναι ένα άγγιγμα, ένα ακόμη άγγιγμα..
Οι σκέψεις ξεχύνονται και κυλάνε εντός μου σαν ιδρώτας.